Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Σεπτέμβριος: Το ποίημα του μήνα


Pierre Auguste Renoir, Le Pont d'Argenteuil en automne, 1882 
(Η γέφυρα στην Argenteuil το φθινόπωρο)


Η ΜΑΡΙΝΑ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ

Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη - Μα πού γύριζες 
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας 
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της Χίμαιρας
Ριγώνοντας μ' αφρό τη θύμηση!
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα διοσμαρίνια

-Μα πού γύριζες
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας 
Σου 'λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες 
Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων 
Ή πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους 
Μ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.

Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη 
Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού Και τ' άρωμα των γυακίνθων - Μα πού γύριζες

Κατεβαίνοντας προς τους γιαλούς τους κόλπους με τα βότσαλα
Ήταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτο 
Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνε 
Κι άνοιγες μ' έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ' όνομά του
Ανεβαίνοντας ανάλαφρα ως τη διαύγεια των βυθών
Όπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας.

Άκουσε, ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση
Κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος
Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας
Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα 
Έχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη.

Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο άλλο καλοκαίρι 
Για ν' αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια 
Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους
Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές 
Ή για να πας καβάλα στον μαΐστρο.

Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο
Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας
Θ' αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.


Ο. Ελύτη, Προσανατολισμοί

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2013

Gregorio Allegri, Miserere mei Deus (Ελέησόν με ο Θεός...)

Miserere mei, Deus
Secundum magnam misericordiam tuam
Et secundum multitudinem miserationum tuarum
Dele iniquitatem meam


Amplius lava me ab iniquitate mea
Et a peccato meo munda me
Quoniam iniquitatem meam ego cognosco
Et peccatum meum contra me est semper


Tibi soli peccavi
Et malum coram te feci
Ut iustificeris in sermonibus tuis
Et vincas cum iudicaris


Ecce enim in iniquitatibus conceptus sum
Et in peccatis concepit me mater mea
Ecce enim veritatem dilexisti incerta
Et occulta sapientiae tuae manifestasti mihi
Asparges me hysopo et mundabor
Lavabis me et super nivem dealbabor
Auditui meo dabis gaudium
Et laetitiam exultabunt ossa humiliata


Averte faciem tuam a peccatis meis
Et omnes iniquitates meas dele
Cor mundum crea in me Deus
Et spiritum rectum innova in visceribus meis
Ne proicias me a facie tua
Et spiritum sanctum tuum ne auferas a me
Redde mihi laetitiam salutaris tui
Et spiritu principali confirma me


Docebo iniquos vias tuas
Et impii ad te convertentur
Libera me de sanguinibus Deus,
Deus salutis meae
Exultabit lingua mea iustitiam tuam


Domine labia mea aperies
Et os meum adnuntiabit laudem tuam
Quoniam si voluisses sacrificium dedissem utique
Holocaustis non delectaberis
Sacrificium Deo spiritus contribulatus
Cor contritum et humiliatum
Deus non spernet


Benigne fac Domine in bona voluntate tua Sion
Et aedificentur muri Hierusalem


Tunc acceptabis sacrificium iustitiae
oblationes et holocausta
Tunc inponent super altare tuum vitulos.

λέησόν με Θες
κατ τ μέγα λεός σου
κα κατ τ πλθος τν οκτιρμν σου
ξάλειψον τ νόμημά μου

π πλεον πλνόν με π τς νομίας μου
κα π τς μαρτίας μου καθάρισόν με
τι τν νομίαν μου γ γινώσκω
κα μαρτία μου νώπιόν μού στι δι παντς

σο μόν μαρτον
κα τ πονηρν νώπιόν σου ποίησα
πως ν δικαιωθς ν τος λόγοις σου
κα νικήσς ν τ κρίνεσθαί σε

δο γρ ν νομίαις συνελήφθην
κα ν μαρτίαις κίσσησέ με μήτηρ μου
δο γρ λήθειαν γάπησας, τ δηλα
κα τ κρύφια τς σοφίας σου δήλωσάς μοι
αντιες με σσώπ κα καθαρισθήσομαι, πλυνες με κα πρ χιόνα λευκανθήσομαι
κουτιες μοι γαλλίασιν κα εφροσύνην,
γαλλιάσονται στέα τεταπεινωμένα

πόστρεψον τ πρόσωπόν σου π τν μαρτιν μου
κα πάσας τς νομίας μου ξάλειψον
καρδίαν καθαρν κτίσον ν μο  Θες,
κα πνεμα εθς γκαίνισον ν τος γκάτοις μου
μ πορρίψς με π το προσώπου σου
κα τ πνεμά σου τ γιον μ ντανέλς π' μο
πόδος μοι τν γαλλίασιν το σωτηρίου σου
κα πνεύματι γεμονικ στήριξόν με

διδάξω νόμους τς δούς σου
κα σεβες π σ πιστρέψουσι.
ῥῦσαί με ξ αμάτων Θες,
Θες τς σωτηρίας μου,
γαλλιάσεται γλσσά μου τν δικαιοσύνην σου

Κύριε τ χείλη μου νοίξεις
κα τ στόμα μου ναγγελε τν ανεσίν σου
τι ε θέλησας θυσίαν δωκα ν,
λοκαυτώματα οκ εδοκήσεις
θυσία τ Θε πνεμα συντετριμμένον,
καρδίαν συντετριμμένην κα τεταπεινωμένην
Θες οκ ξουδενώσει

γάθυνον Κύριε ν τ εδοκίᾳ σου τν Σιν
κα οκοδομηθήτω τ τείχη ερουσαλήμ.

τότε εδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης,
ναφορν κα λοκαυτώματα,
τότε νοίσουσιν π τ θυσιαστήριόν σου μόσχους


Panis angelicus